Ένας ιδιαίτερα εκτεταμένος και σημαντικός τομέας της Επανορθωτικής Πλαστικής Χειρουργικής, είναι η Ογκολογία.
Αφορά στην αφαίρεση καλοήθων και κακοήθων όγκων του δέρματος του υποδορίου και των υπόλοιπων μαλακών μορίων (μύες, περιτονίες), από απλούς σπίλους, κύστεις και λιπώματα, μέχρι καρκινώματα (βασικοκυτταρικά, ακανθοκυτταρικά), μελανώματα και σαρκώματα σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος, με ταυτόχρονη αισθητική και λειτουργική αποκατάσταση όπου αυτό είναι απαραίτητο.
Όλοι οι ανθρώποι κατά τη διάρκεια της ζωής τους, θα εμφανίσουν στο δέρμα τους ογκίδια ή άλλες δερματικές αλλοιώσεις ή ακόμα και όγκους στους μαλακούς ιστούς κάτω από το δέρμα (λίπος, μυς) για τους οποίους θα χρειαστεί να καταφύγουν σε κάποιο γιατρό, συνήθως πλαστικό χειρουργό, προκειμένου να τους συμβουλεύσει για την αναγκαιότητα ή όχι της αφαίρεσής τους. Η κυριότερη ένδειξη για την απόφαση εκτομής ενός όγκου, είναι φυσικά η ύπαρξη κακοήθειας. Ωστόσο, ακόμα και ένας καλοήθης όγκος χρειάζεται συχνά αφαίρεση, είτε για λόγους αισθητικής (εικόνες 1-2), είτε γιατί, λόγω της εντόπισης ή/και του μεγέθους του, προκαλεί ή μπορεί μελλοντικά να προκαλέσει λειτουργικά προβλήματα.
Στις περιπτώσεις που αφορούν σε καλοήθεις όγκους, τα πράγματα είναι συνήθως απλά, καθώς λόγω του μικρού μεγέθους τους, η αφαίρεση και η απευθείας συρραφή του μικρού ελλείμματος που προκύπτει είναι απλή. Είναι δυνατόν όμως, να υπάρξουν και περιπτώσεις καλοήθων όγκων, που λόγω του μεγάλου μεγέθους τους ή/και λόγω της ειδικής εντόπισής τους, να απαιτούν πιο σύνθετες χειρουργικές τεχνικές αφαίρεσης και αποκατάστασης.
Σε ότι αφορά στους κακοήθεις όγκους, καταρχίν, είναι αυτονόητο ότι η έγκαιρη διάγνωση, έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο γιατί αυτή επηρεάζει τη πρόγνωση και τη τελική έκβαση της νόσου, αλλά και γιατί όσο μεγαλύτερος είναι ο όγκος που πρέπει να αφαιρεθεί, τόσο μεγαλύτερο είναι και το έλλειμμα ιστών που θα προκύψει. Έτσι αυξάνεται ο χρόνος της επέμβασης και ο βαθμός δυσκολίας της, καθώς καθίσταται πολυπλοκότερη, με φυσικό επακόλουθο και την αύξηση του χρόνου νοσηλείας του ασθενούς.
Οι συνηθέστεροι κακοήθεις όγκοι του δέρματος, είναι το βασικοκυτταρικό και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα. Εμφανίζονται συνήθως ως έλκη («πληγές που δεν κλείνουν»), ή ερυθρόμορφα ογκίδια, που συχνά εμφανίζουν μικροαιμορραγίες.(εικόνες 3-6) Εντοπίζονται κυρίως στα ακάλυπτα απ΄ την ηλιακή ακτινοβολία μέρη του σώματος (πρόσωπο, χέρια), χωρίς να αποκλείονται και άλλες εντοπίσεις (πχ ράχη), είτε πρωτοπαθώς, δηλαδή σε υγιές δέρμα, είτε δευτεροπαθώς πάνω σε προϋπάρχουσες βλάβες (όπως ασταθείς μετεγκαυματικές ουλές). Παρουσιάζονται συχνότερα στους ηλικιωμένους, με πιο ανοιχτόχρωμα δέρματα και κυρίως αυτούς που λόγω επαγγέλματος, εκτέθηκαν υπερβολικά κατά τη διάρκεια της ζωή τους στην ηλιακή ακτινοβολία (γεωργοί, κτηνοτρόφοι, ψαράδες, ναυτικοί, οικοδόμοι κλπ). Τα πρώτα δίνουν σπανιότατα μεταστάσεις στους περιοχικούς λεμφαδένες, ενώ τα δεύτερα μπορεί σε μικρό ποσοστό να δώσουν μεταστάσεις στους περιοχικούς λεμφαδένες. Ωστόσο γενικά, θεωρούνται όγκοι με καλή πρόγνωση και η εκτομή τους σε υγιή όρια αποτελεί τη κύρια και οριστική τους θεραπεία. Σπάνια μπορεί να χρειαστεί συμπληρωματική ακτινοθεραπεία κυρίως στα ακανθοκυτταρικά καρκινώματα όταν αυτά είναι εκτεταμένα ή τα όρια εκτομής τους δεν είναι ασφαλή.
Μια άλλη κατηγορία κακοήθων όγκων του δέρματος (εικόνες 7-10) αποτελεί το μελάνωμα (άλλες εντοπίσεις του είναι οι βλεννογόνοι και ο αμφιβληστροειδής). Πρόκειται για όγκο, που δυστυχώς έχει πολύ επιθετική συμπεριφορά, καθώς δίνει σχετικά νωρίς μεταστάσεις σε λεμφαδένες, πνεύμονες, ήπαρ, εγκέφαλο και αλλού και τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζει αξιοσημείωτη αύξηση εμφάνισης στο «Δυτικό κόσμο» (Ευρώπη, ΗΠΑ, Αυστραλία) και φυσικά και στη χώρα μας. Εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα με ανοιχτόχρωμα δέρματα και χρώμα οφθαλμών, που έχουν ιστορικό συχνών ηλιακών εγκαύματων, ιδίως κατά τη παιδική και εφηβική ηλικία Ο κίνδυνος γενικά είναι αυξημένος σε άτομα που υφίστανται απότομη και παρατεταμένη έκθεση στη υπεριώδη ακτινοβολία για σύντομα, αλλά επαναλαμβανόμενα διαστήματα (καλοκαιρινές διακοπές, solarium κλπ). Έτσι είναι φανερό ότι η αύξηση των περιπτώσεων μελανώματος, σχετίζεται πρωτίστως με την αλλαγή του τρόπου ζωής τις τελευταίες δεκαετίες και το σύχρονο life style που εξυμνεί την «ομορφιά» του μαυρισμένου δέρματος. Μπορεί να εμφανιστεί κατευθείαν σε υγιές δέρμα, αλλά συνήθως πάνω σε προϋπάρχουσα μελαγχρωματική αλλοίωση του δέρματος (τουλάχιστον δύο στις τρεις περιπτώσεις). Έτσι, εάν σε μια τέτοια αλλοίωση, παρατηρηθεί ασυμμετρία (Asymmetry), αλλαγή του περιγράμματος (Border), αλλαγή του χρώματος (Color) και αλλαγή του μεγέθους (Diameter) (ABCD), τότε θα πρέπει άμεσα η βλάβη αυτή να αφαιρεθεί, καθώς υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να πρόκειται για μελάνωμα. Στη περίπτωση του μελανώματος ισχύει καθολικά, το κοινότυπο αλλά τόσο αληθινό, «η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση σώζει ζωές», καθώς στα πρώιμα στάδιά του, η χειρουργική θεραπεία μπορεί να προσφέρει ίαση. Επίσης έως σήμερα καμία άλλη συμπληρωματική θεραπεία (χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία, ακτινοθεραπεία) δεν φαίνεται να προσφέρει ιδιαίτερα αποτελέσματα σε «προχωρημένες» περιπτώσεις όπου η χειρουργική θεραπεία δεν είναι δυνατόν να σταματήσει τη νόσο.
Μια άλλη μεγάλη κατηγορία κακοήθων όγκων με την οποία ασχολείται η Πλαστική χειρουργική είναι τα σαρκώματα των μαλακών μορίων (soft tissue sarcomas). Πρόκειται για όγκους που προέρχονται από τους μαλακούς ιστούς που βρίσκονται κάτω από το δέρμα (λίπος, μύες, αγγεία, νεύρα κλπ). Η αιτιολογία τους είναι άγνωστη. Πιθανότατα υπάρχει γενετική προδιάθεση. Είναι γενικά όγκοι ιδιαίτερα επιθετικοί, με μεγάλη τάση για τοπικές υποτροπές μετά τη χειρουργική θεραπεία. Για το λόγο αυτό, η χειρουργική θεραπεία πρέπει να είναι ριζική εξαρχής. Σε αντίθετη περίπτωση, ο ασθενής ταλαιπωρείται από επαναλαμβανόμενες επεμβάσεις, με δυσμενή συνήθως στο τέλος κατάληξη. Σε ορισμένες κατηγορίες σαρκωμάτων και ανάλογα με το μέγεθός τους, χρειάζεται όχι μόνο η αφαίρεση του όγκου σε «υγιείς ιστούς», αλλά η εκτομή ολόκληρων ανατομικών περιοχών (διαμερισμάτων) που εμπεριέχουν τον όγκο. Είναι αυτονόητο ότι, τέτοιου είδους εκτομές, δημιουργούν ελλείμματα ιστών που προκαλούν λειτουργικά και αισθητικά προβλήματα στον ασθενή, τα οποία ο επανορθωτικός χειρουργός καλείται να επιλύσει.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στους όγκους (όλων των μορφών) που εντοπίζονται στη περιοχή της κεφαλής και του τραχήλου. Οι όγκοι αυτοί μπορεί να εντοπίζονται στη παρειά, τη μύτη, τα βλέφαρα, το μέτωπο, το τριχωτό, τα χείλια, τη παρωτίδα (εικόνες 11-14) ή να βρίσκονται ενδοστοματικά (γλώσσα, εδάφος στόματος, υπερώα). Οι λόγοι αυτής της ιδιαιτερότητας στη προσέγγισή τους συνοψίζονται στα εξείς: 1) η περιοχή αυτή είναι ανατομικά πολύπλοκη, υπάρχουν σε αυτή πολλά ευγενή όργανα τα οποία ενδέχεται να χρειαστεί να «θυσιαστούν» σε περιπτώσεις εκτομής ευμεγέθων και επιθετικών όγκων, 2) παράλληλα μπορεί να χρειαστεί και αφαίρεση των λεμφαδένων του τραχήλου (λεμφαδενικός καθαρισμός), 3) οι αποκαταστάσεις των ελλειμμάτων που θα προκύψουν είναι σε μερικές περιπτώσεις τεχνικά δύσκολες, καθώς γίνονται πρωτίστως για λειτουργικούς λόγους (αναπνοή, μάσηση, κατάποση, φώνηση κλπ) και συχνά απαιτείται να είναι «τρισδιάστατες», καθώς πρέπει να καλυφθούν κοιλότητες και να απομονωθούν ανατομικές δομές.
Η αποκατάσταση των ελλειμμάτων που προκύπτουν μετά τις εκτομές όγκων τόσο στη περιοχή της κεφαλής και του τραχήλου, όσο και στο υπόλοιπο σώμα, γίνεται με διάφορες τεχνικές της επανορθωτικής χειρουργικής, από την απλή τοποθέτηση δερματικών μοσχευμάτων σε μικρά και «ρηχά» ελλέιμματα, μέχρι τη μεταφορά συνόλου ιστών (δέρμα, λίπος, μύες, οστά κλπ) με τη δική τους αιμάτωση που στην ορολογία της επανορθωτικής χειρουργικής ονομάζονται κρημνοί. Οι κρημνοί μπορεί να προέρχονται είτε από γειτονικές περιοχές σε σχέση με το έλλειμμα (τοπικοί κρημνοί) ή από απομακρυσμένες περιοχές (ελεύθεροι κρημνοί). Στη τελευταία περίπτωση, η αποκατάσταση αφορά σε πολύ μεγάλα ελλείμματα που δεν είναι δυνατόν να αποκατασταθούν με τους διαθέσιμους γειτονικούς ιστούς, με αποτέλεσμα να χρειάζεται η μεταφορά ενός συνόλου ιστών από άλλες περιοχές του σώματος (αυτομεταμόσχευση). Η μεταφορά αυτή γίνεται με μικροχειρουργικές τεχνικές (εικόνες 15-16), δηλαδή με αναστομώσεις (με τη βοήθεια χειρουργικού μικροσκοπίου) των αγγείων (αρτηριών και φλεβών) του ιστού που μεταφέρεται, με τα αγγεία της περιοχής που αποκαθίσταται. Οι επεμβάσεις αυτές είναι πολύωρες, για τη διενέργειά τους χρειάζεται ειδικός εξοπλισμός (χειρουργικό μικροσκόπιο, εργαλεία μικροχειρουργικής), ομάδες έμπειρων χειρουργών που λειτουργούν ταυτόχρονα, δύο τουλάχιστον αναισθησιολόγοι και εξειδικευμένο νοσηλευτικό προσωπικό χειρουργείου (εργαλειοδότριες, βοηθοί αναισθησιολόγου κλπ). Μετεγχειρητικά ο ασθενής χρειάζεται νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και αργότερα σε νοσηλευτικό τμήμα, με εκπαιδευμένες για αυτό το σκοπό νοσηλεύτριες και πάντοτε υπό τη στενή ιατρική παρακολούθηση των χειρουργών του, καθώς οι πρώτες ημέρες μετά την επέμβαση είναι κρίσιμες για τη βιωσιμότητα του κρημνού αλλά και για τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.
Μετεγχειρητικά, πολύ ογκολογικοί ασθενείς είναι πιθανό να χρειαστούν συμπληρωματικές θεραπείες, όπως χημειοθεραπείες και ακτινοθεραπείες. Επίσης όσοι υποβάλλονται σε εκτεταμένες επεμβάσεις σε ιδιαίτερες ανατομικές περιοχές (π.χ. άκρα, κεφαλή και τράχηλος), χρειάζονται πιθανότατα φυσιοθεραπείες, λογοθεραπείες κ.α. Είναι επίσης απαραίτητη, αλλά δυστυχώς όχι και αυτονόητη στην Ελλάδα, η ψυχολογική υποστήριξη του ασθενούς αλλά και του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Είναι λοιπόν φανερό ότι η ογκολογία του δέρματος και των μαλακών μορίων, αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα της Πλαστικής Χειρουργικής, που απαιτεί ιδιαίτερη γνώση, εξειδίκευση, ικανότητα και πάνω απ’ όλα, αφοσίωση, καθώς καταπιάνεται με προβλήματα δύσκολα και συχνά «άβολα», που μπορεί να οδηγήσουν έναν ασθενή στο θάνατο. Έτσι κύριο μέλημα του επανορθωτικού χειρουργού, είναι πάντοτε η ριζική αντιμετώπιση της νόσου (όπου αυτό είναι εφικτό), αλλά και η βελτίωση της ποιότητα ζωής των ασθενών αυτών, λειτουργώντας μάλιστα αρκετές φορές και όπου αυτό χρειάζεται, στα πλαίσια μιας ομάδας εξειδικευμένων ανθρώπων (ιατροί, νοσηλευτές, φυσιοθεραπευτές, ψυχολόγοι κλπ).